Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #38  
Παλιά 26-05-13, 12:10
Το avatar του χρήστη justin
justin Ο χρήστης justin δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 01-02-24 07:20
Φύλο: Άντρας
Παρέα το Σαββατοκύριακο…

Γνωστά Παραμύθια

Το μαγικό καράβι (παιδικό παραμύθι)

Μια φορά και έναν καιρό, στην μακρινή Ανατολή, ζούσε ένας μαχαραγιάς. Είχε αμύθητα πλούτη, όμως ευτυχία δεν έβρισκε πουθενά. Η επιθυμία του ήταν να αποκτήσει το μαγικό καράβι, διότι κάτι φήμες έλεγαν ότι όποιος το κάνει δικό του θα μπορεί να ζητήσει ότι λαχταρά η καρδιά του και αμέσως θα το έχει. Ρωτούσε από δω, ρωτούσε από κει, μήπως κατά τύχη μάθαινε, αλλά τίποτα. Τότε αποφάσισε να καλέσει όλα τα παλικάρια της χώρας του και να τους αναθέσει να βρουν το μαγικό καράβι. Όποιος του το έφερνε θα παντρευόταν την μονάκριβη κόρη του Σάραχ. Πράγματι όλα τα παλικάρια σκορπίστηκαν στα τέσσερα σημεία του Ορίζοντα. Είχαν περάσει αρκετοί μήνες αλλά κανείς δεν γύρισε με το μαγικό καράβι. Τα νέα έφτασαν και σε ένα απομακρυσμένο σπιτάκι. Στο σπιτάκι του αγρότη Φαρούκ που είχε τρεις γιους. Πονηρός καθώς ήταν έστειλε πρώτα τον μεγαλύτερο γιο του αλλά γύρισε άπρακτος. Το ίδιο γύρισε και ο δεύτερος γιος του.
Τον τρίτο γιο του δεν τον έστειλε, αν και εκείνος ήθελε να δοκιμάσει, μα ο πατέρας του, του το αρνήθηκε. Δεν ήθελε άλλο ρεζιλίκι. Χίλια παρακάλια του έκανε μα δεν μπόρεσε να τον κάνει να αλλάξει γνώμη. Και τότε πήρε την απόφαση να φύγει κρυφά.
Πράγματι ετοίμασε ένα μπογαλάκι με ρούχα, έβαλε και λίγο νερό στο παγούρι του και ξεκίνησε. Είχαν περάσει πέντε μέρες από το ταξίδι του, ώσπου βρέθηκε σε ένα ποτάμι. Έκανε ένα μπάνιο και εκεί που καθόταν να στεγνώσει άκουσε ένα βάτραχο να του φωνάζει.
- Σκύψε να πιεις νερό κι έλα να σου πω το μυστικό, του είπε.
Έκανε ότι του είπε ο βάτραχος κι εκείνος συνέχισε:
«Πέρα από το ποταμάκι θα βρεις ένα εκκλησάκι. Ανέβα στο καμπαναριό και πάρε ότι βρεις». Έτσι κι έκανε. Σαν έφτασε εκεί βρήκε δυο χρυσά φτερά. Τα πήρε, τα έβαλε στο μπογαλάκι του και πριν προλάβει να φύγει, εμφανίστηκε μπροστά του και πάλι το βατραχάκι και του είπε:
«Αν ποτέ βρεθείς σε δύσκολη θέση τίναξε τα δυο φτερά κι ένα μεγάλο πουλί που θα παρουσιαστεί μπροστά σου θα σε πάει όπου θες».
Το παλικάρι ευχαρίστησε το βατραχάκι και συνέχισε τον δρόμο του. Περπατώντας έφτασε σε μια σπηλιά ενός μεγάλου βουνού. Στάθηκε στο άνοιγμα, κι αμέσως άκουσε μια φωνή που έλεγε:
«Μου κλείνεις το φως, κάνε στην άκρη».
Το παλικάρι απομακρύνθηκε πρόθυμα κι αμέσως άκουσε την ίδια φωνή να του λέει:
«Για το καλό που έκανες πάρε το κλειδάκι κι άνοιξε το ντουλαπάκι που είναι δίπλα στην σπηλιά».
Παραξενεμένος κοίταξε γύρω του να βρει το ντουλαπάκι και μονολογούσε κι έλεγε:
«Τι άλλο θα δουν τα μάτια μου και τι άλλο θα ακούσουνε τα αυτιά μου μέχρι να βρω το μαγικό καράβι». Ξεκλείδωσε το ντουλαπάκι και τι να δει! Μέσα σε μια μεγάλη λίμνη που βρέθηκε μπροστά του έπλεε το μαγικό καράβι. Αναρωτήθηκε πως θα το έπαιρνε να το πήγαινε στον μαχαραγιά, αλλά εκείνη την στιγμή ένα χρυσόψαρο που πετάχτηκε έξω από την λίμνη του μίλησε με ανθρώπινη φωνή. Του κίνησε την περιέργεια. Θαμπώθηκε από τα φωτεινά του χρώματα και άρχισε μια συνομιλία που κράτησε ώρες. Και να τι του είπε:
- Πάρε δυο λέπια από το κορμί μου. Μόλις τα κάψεις το μαγικό καράβι θα μικρύνει τόσο πολύ, ώστε να μπορέσεις να το μεταφέρεις. Ύστερα τίναξε τα δυο φτερά και το πουλί θα σε μεταφέρει στο παλάτι του μαχαραγιά. Πρόσεξε όμως πρέπει πρώτα να αδειάσεις το νερό διότι είναι και αυτό μαγεμένο και μόλις βουτήξεις θα σε καταπιεί.
- Μα πως θα το πετύχω αυτό; Ρώτησε το παλικάρι.
- Δέκα βήματα από εδώ θα συναντήσεις μια βρύση βιδωμένη ανάποδα. Από κάτω θα βρεις ένα ξύλινο δοχείο. Όσο παράξενο κι αν σου φαίνεται κανείς μέχρι σήμερα δεν τόλμησε να ανοίξει την βρύση. Όλοι την προσπερνάγανε επειδή είναι ανάποδα. Εσύ τόλμα. Τόλμα.
Αποφασισμένο το παλικάρι έκανε όπως του είπε το χρυσόψαρο. Άνοιξε την βρύση και μονομιάς εκείνη ρούφηξε όλο το νερό της λίμνης και σαν μαγεμένη το άδειασε στο ξύλινο δοχείο. Τότε το παλικάρι έκαψε τα λέπια. Το καράβι μίκρυνε και αμέσως τίναξε τα δυο χρυσά φτερά. Ένα μεγάλο πουλί εμφανίστηκε και τον πήγε μαζί με το μαγικό καράβι στο βασίλειο του μαχαραγιά. Κτύπησε την μεγάλη πόρτα, είπε στους φρουρούς ποιος ήταν και τι έφερνε, κι εκείνοι τον άφησαν να περάσει. Παρουσιάστηκε μπροστά στον μαχαραγιά του έδωσε το καράβι και ζήτησε την μονάκριβη κόρη του Σαράχ.
Ο μαχαραγιάς όμως δεν κράτησε τον λόγο του και δεν θέλησε να δώσει την κόρη του στο παλικάρι γιατί του φάνηκε παρακατιανό. Τότε το πουλί άρπαξε τον κακό μαχαραγιά και τον άφησε στην ανάποδη βρύση. Εκείνη άνοιξε, γέμισε νερό την λιμνή, τον έριξε μέσα και εκείνος πνίγηκε.
Όσο για το παλικάρι παντρεύτηκε την βασιλοπούλα με έναν μεγαλοπρεπέστατο γάμο και έγινε ένας δίκαιος βασιλιάς. Απέκτησαν πολλά παιδιά κι έζησαν καλά ως τα βαθιά τους γεράματα. Τα εγγόνια τους διηγούνται την ιστορία του, την μάθαμε εμείς για να σας την πούμε.
Και ζήσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.

Αναμονή

Μενέλαος Λουντέμης


Σε περιμένω. Μη ρωτάς γιατί.
Μη ρωτάς γιατί περιμένει κείνος
Που δεν έχει τί να περιμένει
Και όμως περιμένει.

Γιατί σαν πάψει να περιμένει
Είναι σα να παύει να βλέπει
Σα να παύει να κοιτά τον ουρανό
Να παύει να ελπίζει
Σα να παύει να ζεί.

Αβάσταχτο είναι...Πικρό είναι
Να σιμώνεις αργά στ' ακρογιάλι
Χωρίς να είσαι ναυαγός
Ούτε σωτήρας
Παρά ναυάγιο.

Τα Ζουζούνια τραγουδούν






Και για μεγάλα παιδιά...

__________________
Έως αν τον έτερον προπέσειν
Απάντηση με παράθεση