Η τρελλή ακροβασιανή παρέα, αποφάσισε να κάνει ένα ακόμα πάρτυ. Βερεσέ τα ποτά, κλεμμένες οι πίτσες, και το σπίτι παραχωρημένο από τον γνωστό και μή εξαιρετέο κάτοικο Ψυχικού, άνευ ψυγείου, καθότι δεν κάπνιζε!
Το πατάρι ήταν εξαιρετικά αδειανό, χωρίς τα συλλεκτικά κόμικ...αλλά σύντομα γέμισε με παλαβούς, "φτιαγμενους" απο την μουχλα, "Είπες κάτι ή μου φάνηκε;" ακροβασιανούς, που με τη βοήθεια δεκάδων μπουκαλιων βοτκας και αλλων υποπτων υγρων κομματιων κλεμμενης πιτσας και διατρητικού χιούμορ, τρύπησαν σαν πεινασμενα καθεστωτικα σκουληκια τον νοτιο τοίχο, κάνοντας "ντού" στις ροζ προσφορες τις Siemens για ροζ ηλεκτρονικο εξοπλισμο για να παρακολουθήσουν αισχρους μεγαλοεπιχειρηματιες σε ερωτικες περιπτυξεις με κινέζικα βάζα. Το πάρτυ όμως συμπεριλαμβανε μερικα αδιστακτα ΛΟΥΝΕΛΙΑ που μασουλήσανε όλα τα καλώδια κανοντας striptease με τις γουνιτσες με φερμουαρ...
"Είπες κάτι ή μου φάνηκε;" αναφωνησε η τρελογκα και χυμηξε να πιασει το κινεζικο βαζο αλλα δυστυχως δεν ειδε τον στυλο της δεη - αλλα ουτε και ο στυλος την ειδε γιατι εψαχνε το παπουτσι του (το δεξί) και κοίταζε χαμηλά μπας και βρει τιποτα να δαγκωσει. Αυτό το "τίποτα" ήταν η ουρα ενος μεγαλου κουνελιου βγαλμένο από περιοδικό ποικίλης ύλης, όπως π.χ. το Playboy, δυστυχως ομως ο ανορθογραφος λεξικογραφος (καθώς δεν υπήρχε και ψυγείο και ολοι καπνιζανε παρ'ολα αυτα πουρα αβανας απο το Αγρινιο) εψαχνε μετα μανιας τον παγοπωλη μεγα σπιουνος που το επαιζε μαναβης, αλλα ηταν μπακαλης, με ρεγγες κόκκινες και παρδαλές, αντίθετα με την κουνελα που ετρωγε καροτα και κατέβαζε σφηνάκια καροτόζουμο αλκοολούχο, σκεφτομενος "που παει αυτος ο κοσμος"....
"Προφανώς στο πάρτυ πάει!" Αναφώνησε, ξαφνιασμενος απ το ηχηρο χαστουκι με το νυχτεριδοαριστερο κροσε στο μάγουλο του διπλανού του και τα συνεπακόλουθα αστεράκια που ακολουθουν την τριζατη σφαλιαρα που πετυχαινει την νυχτεριδα κατακουτελα και την στέλνει στον τοίχο και κτυπάει διερχόμενο παπί που ξεψειριζε διερχομενο συσοπα που ερχότανε στο πάρτυ καθυστερημένος επειδη προσπαθουσε να μαθει εσπεραντο στον γκίλδορα που μιλούσε ελ(α)φικα που ετρωγε πολυ καρπουζι,για να εκτοξεύει κουκούτσια στον γείτονα πού καθόταν ξένιαστος ενώ ταυτόχρονα οι διεγερτικές ουσίες εκαναν ευτυχισμενη την γειτονισσα, που της είχε τελειώσει το βιάγκρα.
Εβαλε πανα ακρατειας και ξεκινησε να πάει πίσω στο πατάρι, οπου γνωστα-αγνωστα ρεμπελα ποντικια είχαν μασουλήσει ΤΑ ΠΑΝΤΑ, αλλα σφυριζανε κλεφτικα μιας και πιστευαν πως κανείς δεν είδε οτι στο κατω οροφο γινοτανε επιδρομη από μεθυσμένους ακροβασιανούς που ντυμενοι τσολιαδες και αμαλιες γαργαλούσαν συνεχώς τον παπίτο ο οποίος με νάζι τινάζονταν χτυπωντας την φουντα στο τσαρουχι, πρίν την ανάψει και καψει την γουνα των αναιδων και παρουν φωτια τα πατζακια τους, για να ψησουν καστανα και καλαμποκια, συνοδευτικά της γλυκόξινης πάπιας Σαπάν', η ακομα και της κοινης χηνας που πρίν μαγειρευτεί τσιμπολογούσε διαφορους σπορους και μπριζολες και τα δάχτυλα χρήστη που απελπισμενα μασουλουσε σπορια στο υποστεγο.
Μια ανάσα βρε παιδιά, ψιθύρισε, κρύβοντας τα δάκτυλα στη τσέπη της οικοδεσποινας βουτωντας το πορτοφολι της που ηταν αδειο λογω ακριβειας αλλά απο δέρμα βροντόσαυρου και διακοσμητικό κλειδάκι από οστό αρχαιοπτέρυγος, μαζι με ενσωματωμενο χρυσο πτυελοδοχειο για τα κόκκινα κέρματα. "Τι ειναι τουτο;" αναφωνησε και πετωντας το με αηδια στο πατωμα αρπαξε μια παλια ομπρελλα και αρχισε να κυνηγα τον πινοκιο που εξυνε τη μυτη του που ειχε μεγαλωσει και ενοχλουσε τους χαρταετους την καθαρα δευτερα, τις φωλιες των πουλιων και τους διαβάτες κάτω απο τις κολώνες που εκλωθαν τα αυγα τους σε αδραχτι με διπλο νημα, που επλεκαν σοβρακα για νυχτεριδες με φαρδυα δαντελωτα μπατζακια που αναζητουσαν δροσια για να πέσουν να κοιμηθούν.
|